Dafni
Phone
210 9756566
Psichikon
Phone
210 6980565
Glyfada
Phone
210 9610982
Phone
210 6444430
Pallini
Phone
210 6034681
Chaidarion
Phone
6977430971

ALPHA PROLIPSIS

Medical Laboratories - Polyclinics
ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΑ ΟΣΤΩΝ

Η κυτταρολογική εξέταση όγκων των οστών συνηθίζεται να διενεργείται  σε ειδικά κέντρα αναφοράς με αυξημένη σχετική εμπειρία και αφθονία διαγνωστικών και θεραπευτικών μέσων. Ωστόσο η παρακέντηση, λόγω του μικρού συγκριτικά οικονομικού της κόστους αποτελεί μια ενδιαφέρουσα διαγνωστική μέθοδο ακόμη και για μικρά ή απομακρυσμένα ιατρικά κέντρα, δεδομένου ότι μπορεί να θέσει μια αρχική διάγνωση και να τεκμηριώσει την ενδεχόμενη παραπομπή ενός ασθενούς σε ειδικά ογκολογικά κέντρα αναφοράς.
Η αδρή διαφοροδιαγνωστική προσέγγιση σε συνδυασμό με τη σωστή δειγματοληπτική και παρασκευαστική τεχνική μπορεί να αποδώσουν ικανοποιητικά αποτελέσματα, ακόμη και σε εργαστήρια με μικρή σχετικά  εμπειρία στην κυτταρολογική εξέταση όγκων των οστών. Σημαντικό ρόλο παίζει επίσης η ικανοποιητική συνεργασία του ακτινολόγου, του κυτταρολόγου και του ορθοπαιδικού, όσον αφορά τη συνεκτίμηση των ακτινολογικών εργαστηριακών και λοιπών κλινικών ευρημάτων.
 

Τρόποι δειγματοληψίας

 
Συστήνεται η πολλαπλή παρακέντηση δια λεπτής βελόνης της ύποπτης εξεργασίας. Οι βελόνες που χρησιμοποιούνται κατά την παρακέντηση είναι 21G ή 23G. Φυσιολογικά, βελόνες αυτού του διαμετρήματος δεν μπορούν να διαπεράσουν το φλοιό ενός φυσιολογικού οστού. Η επιτυχία της παρακέντησης βασίζεται στην απεικονιστική ένδειξη ύπαρξης οστεολυτικής βλάβης. Σε περίπτωση που ο φλοιός του οστού είναι άθικτος, τότε για να παρακεντήσουμε την απεικονιστικά ύποπτη οστική βλάβη, συστήνεται είτε η αρχική χρήση βελόνας μεγαλύτερου διαμετρήματος (18G), είτε η χρήση ειδικής συσκευής λήψης μικροβιοψίας.  Στην δεύτερη περίπτωση θα απαιτηθεί τοπική αναισθησία της περιοχής της παρακέντησης. Σε περίπτωση παιδιών, η παρακέντηση με χρήση ειδικής συσκευής λήψης μικροβιοψίας μπορεί να απαιτήσει ακόμη και γενική αναισθησία. Μη ψηλαφητές αλλοιώσεις καλό είναι να παρακεντώνται υπό την καθοδήγηση υπερήχων ή αξονικού τομογράφου.
Μέρος του υλικού επιστρώνεται άμεσα σε πλακίδια, μονιμοποιείται στον αέρα και χρώννυται κατά MGG, προκειμένου να γίνει άμεση αξιολόγηση της επάρκειας του κυτταρολογικού υλικού. Το υπόλοιπο υλικό είτε μονιμοποιείται με αιθυλική αλκοόλη και χρώννυται κατά Παπανικολάου, είτε διατηρείται με ειδικό μονιμοποιητικό υγρό για μεθόδους κυτταρολογίας υγρής φάσης, είτε εγκλείεται σε κύβους παραφίνης για ειδικές μελέτες. 
Συνήθως ο κλινικός ιατρός καλείται να επιλέξει μεταξύ κυτταρολογικής εξέτασης  (FNA) και ιστολογικής εξέτασης (λήψη μικροβιοψίας- Core Needle Biopsy- CNB). Σε σύγκριση με την FNA, η CNB απαιτεί τοπική ή και γενική αναισθησία, άρα και νοσηλεία του ασθενούς. Η FNA αντιθέτως μπορεί να γίνει ακόμη και σε εξωτερικό ιατρείο, είναι λιγότερο τραυματική και παρουσιάζει λιγότερες επιπλοκές. Η  CNB προτείνεται σε περιπτώσεις που η κυτταρολογική διάγνωση δεν είναι σαφής και απαιτείται περισσότερο λεπτομερής τυποποίηση της υπό διερεύνηση αλλοίωσης.
 

Ενδείξεις

 

Ο προληπτικόςέλεγχος αλλοιώσεων των οστών για να τεθεί μια αρχική διάγνωση
Η επιβεβαίωση της υποτροπής ενός νεοπλάσματος που αντιμετωπίστηκε στο παρελθόν
Η επιβεβαίωση της καλοήθειας μιας αλλοίωσης που εντοπίστηκε συμπτωματικά
Η επιβεβαίωση της μεταστατικής επέκτασης ενός νεοπλάσματος

 

ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ – ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ

 

Δεν υπάρχουν σημαντικές αντενδείξεις ή επιπλοκές
Σπανίως μπορεί να προκληθεί (αναλόγωςκαι της εντόπισης του όγκου) πνευμοθώρακας, νευραλγία και τοπικό άλγος ή αιμάτωμα.
Καρκινική διασπορά μέσω της βελόνας της παρακέντησης δεν έχει αναφερθεί.

 

ΔιαγνωστικΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ- κλινικη ερμηνεια

 

Μη διαγνωστικό υλικό (ανεπαρκές ή μη ικανοποιητικό)

Το μη διαγνωστικό υλικό περιέχει πολύ λίγα ή και καθόλου καλά διατηρημένα κύτταρα, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατόν να τεθεί ασφαλής κυτταρολογική διάγνωση. Κάτι τέτοιο μπορεί να οφείλεται σε νέκρωση ή αιμορραγική εκφύλιση του νεοπλάσματος ή σε τεχνικά λάθη κατά τη δειγματοληψία. Στην περίπτωση αυτή συνιστάται επανάληψη της εξέτασης. Παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα αποτυχίας μιας παρακέντησης είναι ο άθικτος φλοιός του υπό παρακέντηση οστού, η τοπική οστεοσκλήρυνση και οι επασβεστώσεις.

Αρνητικό για κακοήθη κύτταρα. Ευρήματα συμβατά με μη νεοπλασματική εξεργασία φλεγμονώδους ή αντιδραστικής αρχής.

Η αρνητική κυτταρολογική διάγνωση είναι περισσότερο αξιόπιστη όταν συνοδεύεται από συγκεκριμένη διάγνωση. Ο κλινικός ιατρός πρέπει να συσχετίζει τα κυτταρολογικά ευρήματα με τα αντίστοιχα ευρήματα του απεικονιστικού ελέγχου και της κλινικής εξέτασης  Εξάλλου, μια αρνητική κυτταρολογική απάντηση δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η υπό παρακέντηση αλλοίωση είναι καλοήθης ή ότι εφόσον υπάρχουν ύποπτα κλινικά ή απεικονιστικά ευρήματα δεν επιβάλλεται η λήψη βιοψίας για τον αποκλεισμό τυχόν κακοήθειας.

Αρνητικό για κακοήθη κύτταρα. Ευρήματα συμβατά με καλόηθες νεόπλασμα των οστών.

Η αρνητική κυτταρολογική διάγνωση είναι περισσότερο αξιόπιστη όταν συνοδεύεται από συγκεκριμένη διάγνωση, όπως για παράδειγμα «χόνδρωμα», «γιγαντοκυτταρικός όγκος». Ο κλινικός ιατρός πρέπει να συσχετίζει τα κυτταρολογικά ευρήματα με τα αντίστοιχα ευρήματα του απεικονιστικού ελέγχου και της κλινικής εξέτασης  προκειμένου να σχεδιάσει την πλέον ενδεικνυόμενη θεραπεία.

Παρουσία κυττάρων ύποπτων για κακοήθεια

Η διαγνωστική  κατηγορία κυτταρολογικών ευρημάτων που εγείρουν υπόνοια κακοήθειας χρησιμοποιείται για την περιγραφή δειγμάτων από αλλοιώσεις που είναι μάλλον κακοήθεις, ωστόσο τα άτυπα κύτταρα είναι πολύ λίγα , κακοδιατηρημένα ή δυσδιάκριτα λόγω έντονης φλεγμονής ή νέκρωσης του υποστρώματος, με αποτέλεσμα η ασφαλής διάγνωση κακοήθειας να τίθεται εν αμφιβόλω. Ο ιστολογικός έλεγχος της υπό διερεύνηση εξεργασίας με τη λήψη μικροβιοψίας είναι απαραίτητος.

Θετικό για κακοήθη κύτταρα

Απαιτείται να γίνει αδρή διάκριση ανάμεσα σε πρωτοπαθές ή μεταστατικό νεόπλασμα. Σε περίπτωση μεταστατικού νεοπλάσματος, πρέπει να προσδιοριστεί η πιθανότητα προέλευσής του από λεμφικό ιστό (λέμφωμα).  Η διαφορική διάγνωση μεταξύ μεταστατικού νεοπλάσματος και ενός πρωτοπαθούς νεοπλάσματος είναι εφικτή με τη χρήση μεθόδων ανοσοκυτταροχημείας.
 

Ακρίβεια – Αξιοπιστία

 

Η διαγνωστική ακρίβεια της παρακέντησης όσον αφορά τη διάκριση των κακοήθων από τις καλοήθεις εξεργασίες κυμαίνεται μεταξύ 87% και 98%.
Οι παράγοντες που επηρεάζουν τη διαγνωστική ακρίβεια της παρακέντησης δια λεπτής βελόνης είναι η προηγούμενη εμπειρία του κυτταρολόγου, η συσχέτιση με τα κλινικά και απεικονιστικά ευρήματα, η επάρκεια και η σωστή χρήση του κυτταρολογικού υλικού.
Η τυποποίηση κακοήθων νεοπλασμάτων με κυτταρολογικά κριτήρια είναι ευχερέστερη συγκριτικά με την τυποποίησηκαλοήθων νεοπλασμάτων.

 

χρήσιμες πληροφορίες - κλινικο εργαστηριακη συσχετιση

 

Η μη ειδική οστεομυελίτιδα προκαλεί οστεολυτικές αλλοιώσεις, οι οποίες στην οξεία φάση της νόσου θέτουν απεικονιστικά πρόβλημα διαφορικής διάγνωσης από κακοήθεις όγκους των οστών, και ιδιαίτερα από το σάρκωμα Ewing. Επί σχετικής υπόνοιας, μέρος του υλικού της παρακέντησης πρέπει να προωθείται για μικροβιολογικό έλεγχο και καλλιέργεια.
Η φυματιώδης οστεομυελίτιδα μπορεί να διαγνωσθεί εύκολα σε κυτταρολογικά υλικά παρακεντήσεων, λόγω της παρουσίας κοκκιωμάτων.
Το οστεοειδές οστέωμα είναι καλοήθες οστεοβλαστικό νεόπλασμα, με χαρακτηριστική κλινική εικόνα, το οποίο πολύ δύσκολα και σπάνια παρακεντάται, λόγω του πολύ σκληρού εξωτερικού του περιβλήματος.
Το οστεοβλάστωμα είναι ένα σπάνιο οστεοβλαστικό νεόπλασμα που απαντάται συνήθως σε ηλικία 10-30 ετών. Προσβάλλει συνήθως τη σπονδυλική στήλη και το ιερό οστό. Η διάγνωσή του είναι εφικτή κυτταρολογικά.
Το χόνδρωμα είναι καλόηθες νεόπλασμα και πρέπει να διακρίνεται από το καλά διαφοροποιημένο χονδροσάρκωμα. Στην αποφυγή ψευδώς θετικών απαντήσεων συμβάλλει η συσχέτιση των κυτταρολογικών με τα απεικονιστικά ευρήματα καθώς επίσης και η κυτταρομετρία ροής (DNA ploidy).
Το χονδροβλάστωμα είναι σπάνιο καλόηθες νεόπλασμα που εντοοπίζεται συνήθως στην επίφυση των μακρών οστών, σε παιδιά και νεαρούς ενήλικες. Η διαφορική διάγνωση περιλαμβάνει το χονδρομυξοειδές ίνωμα, το γιγαντοκυτταρικό όγκο, την ανευρυσματική οστική κύστη και το διαυγοκυτταρικό χονδροσάρκωμα.
Ο γιγαντοκυτταρικός όγκος αποτελεί το 5% των πρωτοπαθών νεοπλασμάτων των οστών. Παρατηρείται συνήθως σε άτομα ηλικίας 40-60 ετών. Λόγω της προκαλούμενηςλέπτυνσης του οστικού φλοιού, η παρακέντηση είναι ευχερής.Η διαφορική διάγνωση περιλαμβάνει την ανευρυσματική οστική κύστη, το αντιδραστικό κοκκίωμα, το οστεοβλάστωμα και το οστεοσάρκωμα.
Το οστεοσάρκωμα είναι από τα πιο συχνά πρωτοπαθή κακοήθη νεοπλάσματα των οστών. Προσβάλει συνήθως άτομα ηλικίας 10-20 και 55-65 ετών. Η κυτταρολογική διάγνωση μπορεί πολλές φορές να είναι δυσχερής λόγω επικάλυψης των κακοήθων κυττάρων από γιγαντοκύτταρα ή άλλα στοιχεία του όγκου που μπορεί να παρατηρηθούν και σε καλοήθεις εξεργασίες.Πριν τεθεί οριστική κυτταρολογική διάγνωση, καλό είναι να συνεκτιμώνται τα ακτινολογικά ευρήματα. Επίσης η χρώση με αλκαλική φωσφατάση (ALP) μπορεί να βοηθήσει στην διάγνωση του οστεοσαρκώματος καθώς επίσης και στη διαφορική διάγνωση από μεταστατικό καρκίνωμα, μελάνωμα και χονδροσάρκωμα.Τέλος η χρήση κυτταρομετρίας (DNA ploidy ) μπορεί να θέσει τη διάγνωση οστεοσαρκώματος.
Το χονδροσάρκωμα εμφανίζεται συνήθως σε άτομα ηλικίας άνω των 45 ετών, με συχνότερη εντόπιση τα οστά της πυέλου και τα άκρα. Η παρακέντησή του είναι ευχερής και αποδίδει άφθονο διαγνωστικό υλικό. Στη διαφορική διάγνωση από το χόρδωμα και το μεταστατικό αδενοκαρκίνωμα βοηθούν τα απεικονιστικά ευρήματα καθώς επίσης και ειδικές χρώσεις ανοσοκυτταροχημείας (S 100, EMA, κερατίνες χαμηλού μοριακού βάρους).
Το σάρκωμα Ewing μπορεί να διαγνωσθεί με παρακέντηση και κυτταρολογική εξέταση. Η οριστική διάγνωση τίθεται με τη βοήθεια ανοσοκυτταροχημικών μεθόδων (CD-99, FLI-1), κυτταρογενετικών και μοριακών γενετικών τεχνικών (RT-PCR, FISH) για την ανάδειξη της ειδικής χρωμοσωμικής διαμετάθεσης 11;22. Η ακριβής κυτταρολογική διάγνωση του σαρκώματος Ewing έχει μεγάλη σημασία γιατί μια σημαντική αναλογία των ασθενών αυτών λαμβάνει προεγχειρητική χημειοθεραπεία.
ο χόρδωμα αποτελεί το 4% του συνόλου των πρωτοπαθών σαρκωμάτων των οστών. Συναντάται συχνότερα σε άτομα ηλικίας 60-70 ετών. Προσβάλλει  συνήθως τη σπονδυλική στήλη και το ιερό οστό (σε ενήλικες) και την σφηνοινιακή χώρα (σε παιδιά).  Αποτελεί βραδέως αναπτυσσόμενο τοπικά διηθητικό νεόπλασμα. 
Το πλασματοκύττωμα συνανατάται συνήθως σε άτομα ηλικίας 60-70 ετών και προσβάλλει κυρίωςτους σπόνδυλους, τις πλευρές, τα οστά της πυέλου, το κρανίο και το μηριαίο οστό.Λόγωτης προκαλούμενης λέπτυνσης του φλοιού, η παρακέντησή του είναι ευχερής.
Το πρωτοπαθές λέμφωμα των οστών προσβάλλει συνήθως τα μακρά οστά, τα οστά της πυέλου και τη σπονδυλική στήλη.
Περίπου το 50% των κακοήθων νεοπλασμάτων δίνουν μεταστάσεις στα οστά. Το 80% των μεταστατικών νεοπλασμάτων προέρχονται από το μαστό, τον προστάτη, το νεφρό, τον πνεύμονα και το γαστρεντερικό σωλήνα. Η ανοσοκυτταροχημεία προσφέρει τη δυνατότητα διαφορικής διάγνωσης μεταξύ μεταστατικού καρκινώματος, μελανώματος, λεμφώματος και οστεοσαρκώματος.

 

ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΑ ΟΣΤΩΝ

Alpha Prolipsis' Medical Services

Your reports will be available within 24 hours of receiving the sample