Τηλέφωνο
210 9756566
Τηλέφωνο
210 6980565
Τηλέφωνο
210 9610982
Τηλέφωνο
210 6444430
Τηλέφωνο
210 6034681
Τηλέφωνο
6977430971

ALPHA PROLIPSIS

Iατρικά Εργαστήρια - Πολυϊατρεία
Παρακέντηση δια λεπτής βελόνης όγκων κεφαλής και τραχήλου : μια κατατοπιστική επισκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας

Η διαφορική διάγνωση μιας μονήρους τραχηλικής διόγκωσης περιλαμβάνει φλεγμονώδεις αλλοιώσεις, συγγενείς βλάβες, πρωτοπαθή  καθώς και μεταστατικά νεοπλάσματα. Η αξιολόγηση ενός ασθενή με μια τραχηλική διόγκωση πρέπει πάντα να περιλαμβάνει τη λήψη ακριβούς και λεπτομερούς ιστορικού. Η  παρακέντηση διά λεπτής βελόνης τραχηλικών διογκώσεων έχει καταστεί πλήρως αποδεκτή, λόγω του μικρού οικονομικού της κόστους, της ασφάλειας αλλά και της αποτελεσματικότητά της στη διαγνωστική προσέγγιση μονήρων τραχηλικών διογκώσεων.

Η FNA εξυπηρετεί καλύτερα τους ασθενείς και τις οικογένειές τους και έχει λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες. Η επιτυχία της εξαρτάται από την εμπειρία του κυτταρολόγου, το βαθμό εκπαίδευσης του παραιατρικού προσωπικού, το είδος και τον αριθμό των  βοηθητικών εξετάσεων που μπορεί να τη συνοδεύουν καθώς επίσης και από τη φύση της υπό εξέταση τραχηλικής διόγκωσης.

κλείστε ραντεβού τώρα !!!

 

Εισαγωγή Οι κλινικοί γιατροί καλούνται συχνά να αξιολογήσουν έναν ασθενή με μια μεμονωμένη μάζα στον τράχηλο. Η κλινική αξιολόγηση μιας τέτοιας βλάβης μπορεί να είναι δύσκολη λόγω της πληθώρας των παθήσεων, μεταξύ των οποίων πρέπει να γίνει η διαφορική διάγνωση. Η ηλικία του ασθενούς παίζει σημαντικό ρόλο στη διαγνωστική προσέγγιση. Άτομα με ηλικία μικρότερη των 40 ετών πάσχουν συνήθως από συγγενείς ή φλεγμονώδεις αλλοιώσεις. Αντιθέτως στο 60% των ατόμων με ηλικία μεγαλύτερη των 40 ετών που παρουσιάζουν τραχηλική διόγκωση, η τελική διάγνωση είναι κάποια κακοήθης εξεργασία.   Η διαφορική διάγνωση μιας μονήρους τραχηλικής διόγκωσης περιλαμβάνει φλεγμονώδεις αλλοιώσεις (λεμφαδενίτιδες μη ειδικού τύπου, ιογενείς, βακτηριακές, κοκκιωματώδεις, μυκητιασικές, σαρκοείδωση, φυματίωση, νόσο εξ’ ονύχων γαλής, σιελαδενίτιδες) , συγγενείς βλάβες ( κύστη θυρεογλωσσικού πόρου, βραγχιακή κύστη,  σμηγματογόνο κύστη, λεμφαγγείωμα, αιμαγγείωμα, δερμοειδή κύστη, έκτοπο θυρεοειδή αδένα, λαρυγγοκήλη και θυμική κύστη) , πρωτοπαθή  νεοπλάσματα ( του θυρεοειδούς, των σιελογόνων, λέμφωμα, λίπωμα, αγγείωμα, παραγαγγλίωμα και ραβδομυοσάρκωμα) καθώς και μεταστατικά νεοπλάσματα (πλακώδες Ca, αδενοκαρκίνωμα, αδιαφοροποίητο καρκίνωμα και μελάνωμα). Η αξιολόγηση ενός ασθενή με μια τραχηλική διόγκωση πρέπει πάντα να περιλαμβάνει τη λήψη ακριβούς και λεπτομερούς ιστορικού.

Η επισκόπηση της βλεννογονικής επένδυσης του ανώτερου αναπνευστικού και πεπτικού σωλήνα απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή.  Εάν η φυσική εξέταση δεν μπορεί να εξηγήσει την προέλευση της τραχηλικής διόγκωσης, τότε μπορεί να χρησιμοποιηθεί η παρακέντηση διά λεπτής βελόνης  και η κυτταρολογική αξιολόγηση του ληφθέντος υλικού. Η κυτταρολογική εξέταση του υλικού που λαμβάνεται από παρακέντηση (Fine Needle Aspiration Cytology- FNAC), πρωτοαναφέρθηκε ως μέθοδος διαγνωστικής προσέγγισης σε όγκους της τραχηλικής χώρας, από τον Kun το 1847. Ωστόσο η τεχνική δεν έλαβε τότε τη δέουσα προσοχή. Το 1930 δοκιμάστηκε από το Memorial Sloan Kettering η λήψη βιοπτικού υλικού με παρακέντηση διά χονδρής  βελόνης.

Το πάχος της βελόνας οδηγούσε συχνά σε επιπλοκές , με σπουδαιότερη από αυτές τη διασπορά των καρκινικών κυττάρων στους γειτονικούς υγιείς ιστούς. Μόλις το 1950 δοκιμάστηκε στη Σουηδία, η αναρρόφηση κυτταρολογικού υλικού διά λεπτής βελόνης με εντυπωσιακή ομολογουμένως επιτυχία. Έκτοτε η παρακέντηση διά λεπτής βελόνης τραχηλικών διογκώσεων έχει καταστεί πλήρως αποδεκτή, λόγω του μικρού οικονομικού της κόστους, της ασφάλειας αλλά και της αποτελεσματικότητά της στη διαγνωστική προσέγγιση μονήρων τραχηλικών διογκώσεων.

Μέθοδος Η FNA είναι μια απλή και σύντομη ιατρική εξέταση. Ο χώρος στον οποίο εκτελείται δεν   απαιτεί ειδικές προδιαγραφές, ενώ  όταν η παρασκευή, επίστρωση και μονιμοποίηση του υλικού γίνουν επί τόπου, η κυτταρολογική διάγνωση μπορεί να τεθεί μέσα σε λίγα μόλις λεπτά, γεγονός τεράστιας σημασίας τόσο για τον ασθενή όσο και για τον εντέλλοντα την κυτταρολογική εξέταση  Το σημαντικότερο βήμα για την επιτυχία της  FNA είναι η υπομονετική και ακριβής επιλογή της θέσης που πρόκειται να παρακεντηθεί.  Ο ασθενής τοποθετείται με τέτοιο τρόπο ώστε η τραχηλική διόγκωση να είναι όσο το δυνατόν καλύτερα ψηλαφητή.  Μια βελόνα 21-gauge χρησιμοποιείται συνήθως σε συνδυασμό με μια σύριγγα των 20 mL.

Μεγαλύτερες βελόνες μπορούν να χρησιμοποιηθούν, αλλά η χρήση τους συνεπάγεται μεγαλύτερο κίνδυνο επιπλοκών. Το δέρμα που επικαλύπτει τη μάζα προετοιμάζεται με ένα κομμάτι αποστειρωμένης γάζας ή με τολύπιο εμποτισμένα σε οινόπνευμα 70%. Για τους δεξιόχειρες κυτταρολόγους, καλό είναι η μάζα πιάνεται με το αριστερό χέρι και να κρατιέται σε μια σταθερή θέση. Η τοπική αναισθησία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να μειώσει το αίσθημα δυσφορίας του ασθενούς. Μια σύριγγα μίας χρήσης των 20- mL εφαρμόζεται στη βελόνα της παρακέντησης και στη συνέχεια δημιουργείται αρνητική πίεση τηνς τάξης των 10 mL.  Κατά την παρακέντηση συστήνονται οι πολλαπλές καιμπρος πολλές κατευθύνσεις διελεύσεις της βελόνας από την ύποπτη τραχηλική διόγκωση.  

Περίπου 6 περάσματα μέσα από αυτή θεωρούνται αρκετά.. Σε περίπτωση κυστικής εξεργασίας, το περιεχόμενό της πρέπει να εκκενωθεί εντελώς. Πριν την έξοδο της βελόνας από την παρακεντούμενη περιοχή, είναι απαραίτητη η διακοπή της εφαρμογής αρνητικής πίεσης.   Μια μικρή σταγόνα από το υλικό που αναρροφήθηκε τοποθετείται πάνω σε αντικειμενοφόρο πλάκα. Η επίστρωση του υλικού γίνεται με τη βοήθεια μιας δεύτερης αντικειμενοφόρου πλάκας η οποία αφήνεται να γλιστρήσει απαλά και υπό γωνία 30 ° πάνω στη πρώτη πλάκα. 

Το υλικό είτε μονιμοποιείται με οινόπνευμα 95% και βάφεται με την τεχνική Papanicolaou είτε ξεραίνεται στον αέρα προκειμένου να βαφτεί με την τροποποημένη τεχνική MGG.  Η τελευταία χρώση προτιμάται ιδιαίτερα σε περιπτώσεις λεμφουπερπλαστικών εξεργασιών και παθήσεων των σιελογόνων αδένων και του λιπώδους ιστού. Η αναρρόφηση χωρίς ταυτόχρονη μετακίνηση της σύριγγας μέσα-έξω, η μη διακοπή της εφαρμογής αρνητικής πίεσης πριν από την έξοδο της βελόνας από το δέρμα και η μη χρησιμοποίηση του ειδικού πιστολιού που εφαρμόζεται στη σύριγγα προκειμένου να μας διευκολύνει στην άσκηση αρνητικής πίεσης, αποτελούν και οι τρεις πιθανούς παράγοντες λήψης ανεπαρκούς ή ακατάλληλου για στήριξη κυτταρολογικής διάγνωσης υλικού. Υποστηρίζεται ότι οι περιπτώσεις ανεπαρκούς δειγματοληψίας από έναν πεπειραμένο κυτταρολόγο, δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 15% του συνόλου των παρακεντήσεων

. Πλεονεκτήματα της FNA σε σύγκριση με την ανοιχτή βιοψία Η FNA έχει πολλά πλεονεκτήματα σε σύγκριση με την ανοιχτή βιοψία. Κατ’ αρχήν είναι πολύ πιο οικονομική, διότι απαιτεί λιγότερα υλικά, χρόνο, προσωπικό αλλά και δεν απαιτεί την παραμονή του ασθενούς στο νοσοκομείο.   Υπολογίζεται ότι το κόστος της είναι 6-9 φορές  μικρότερο από αυτό της ανοιχτής βιοψίας. Η FNA εξυπηρετεί καλύτερα τους ασθενείς και τις οικογένειές τους, δεδομένου ότι απαιτεί μια απλή, ολιγόλεπτη επίσκεψη στο ιατρείο. Αντίθετα η ανοιχτή βιοψία μπορεί να προαπαιτήσει μια σειρά  παρακλινικών εξετάσεων (ακτινολογικές, καρδιολογικές, αιματολογικές) ενώ εκθέτει τον ασθενή στους αναπόφευκτους  κινδύνους μιας αναισθησίας, μιας πιθανής μετεγχειρητικής λοίμωξης καθώς και πιθανής διασποράς των καρκινικών κυττάρων στους γειτονικούς υγιείς ιστούς. Παρότι ο κίνδυνος καρκινικής διασποράς κατά την ανοιχτή βιοψία έχει τεκμηριωθεί, αντίστοιχος κίνδυνος κατά την παρακέντηση με λεπτή βελόνη δεν φαίνεται να υπάρχει, προφανώς λόγω της μικρής διαμέτρου του ελλείμματος ιστού που προκαλεί η διέλευση με λεπτή βελόνα.   Έχει αποδειχθεί ότι η ανοιχτή βιοψία δυσχεραίνει την πιθανά απαραίτητη σε δεύτερο στάδιο χειρουργική εξαίρεση της τραχηλικής διόγκωσης, με αποτέλεσμα να απαιτείται εξαίρεση περισσότερου δέρματος και υγιών ιστών από την περιοχή που περιβάλλει τη βλάβη. Επιπλέον η ανοιχτή βιοψία έχει συσχετισθεί με υψηλότερα ποσοστά τραυματικής νέκρωσης, τοπικής υποτροπής του νεοπλάσματος καθώς επίσης και χορήγησης μεμακρυσμένων μεταστάσεων.

Περιορισμοί της FNA Η FNA αλλοιώσεων της Κεφαλής και του Τραχήλου δεν αποτελεί πανάκεια. Πιθανή λανθασμένη δειγματοληψία μπορεί να οδηγήσει σε διαγνωστικό σφάλμα. Στις περιπτώσεις αυτές, η άμεση επανάληψη της παρακέντησης μπορεί να λύσει το πρόβλημα. Ο κυτταρολόγος καθώς και οι παρασκευαστές πρέπει να είναι επαρκώς εκπαιδευμένοι. Οι κυτταρολογικές απαντήσεις από διαφορετικούς γιατρούς πρέπει να συμφωνούν σε πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό μεταξύ τους. Το 1989, ο Peters κατέδειξε ότι η συμφωνία  των απαντήσεων μεταξύ διαφορετικών κυτταρολόγων για περιστατικά που αφορούν τραχηλικές διογκώσεις ανέρχεται στο 92%, με ειδικότητα 96% και ευαισθησία  της τάξης του 97%.

Η FNA αποδείχθηκε ικανότερη στη διάγνωση επιθηλιακών κύστεων και πλακωδών καρκινωμάτων, ενώ η ευαισθησία της ήταν ελαττωμένη στις περιπτώσεις που έχρηζαν διαφορικής διάγνωσης μεταξύ χρόνιας λεμφαδενίτιδας, λεμφοειδούς υπερπλασίας και λεμφώματος.   Εάν υπάρχουν οποιαδήποτε ερωτηματικά σχετικά με την ερμηνεία της FNA,  αποφάσεις σχετικά με πιθανή χειρουργική επέμβαση, ακτινοβολία ή και  χημειοθεραπεία πρέπει να αναβληθούν έως ότου λυθεί το διαγνωστικό πρόβλημα. Τέλος, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η FNA συμπληρώνει την κλινική διάγνωση και δεν πρέπει να θεωρηθεί υποκατάστατο της λεπτομερούς κλινικής εξέτασης και της λήψης ενός καλού ιστορικού..  Αποτελέσματα της FNA Το  1982, οι Frable and Frable ανασκόπησαν την διαγνωστική επιτυχία της FNA σε 567 ασθενείς με τραχηλικές διογκώσεις. Το ποσοστό των ψευδώς θετικών απαντήσεων ανερχόταν 0.7%, σε ενώ το ποσοστό των ψευδώς αρνητικών σε 2.1%.  Σε μια άλλη μελέτη με 1300 δείγματα, αποδείχθηκε ότι η FNA είχε ευαισθησία 92% στη διάγνωση νεοπλασιών και 98% στη διάγνωση μη νεοπλασματικών αλλοιώσεων.  Επιπλέον οι ψευδώς θετικές απαντήσεις βρέθηκε ότι δεν οδήγησαν σε ριζική χειρουργική εξαίρεση, ενώ οι ψευδώς αρνητικές διαγνώσεις δεν προκάλεσαν σημαντική καθυστέρηση στην εφαρμογή της κατάλληλης θεραπείας. Η επιλεκτική χρήση των υπερήχων για την καθοδήγηση στην παρακέντηση τραχηλικών διογκώσεων μπορεί να αυξήσει σημαντικά την ακρίβεια της FNA, δεδομένου ότι δίνει την ευχέρεια καλύτερης εντόπισης της βλάβης αλλά και αναρρόφησης υλικού από την περιφέρειά της σε περιπτώσεις κεντρικής νέκρωσης. Η FNA αποτελεί τη μέθοδο εκλογής για τη διάγνωση συγκεκριμένων αλλοιώσεων της τραχηλικής χώρας.

 Το 1990, ο Schwarz  κατέδειξε ότι η FNA διαθέτει ευαισθησία 92% και θετική προγνωστική αξία 100% για τη διάγνωση πλακωδών καρκινωμάτων της κεφαλής και του τραχήλου. Το  1991, ο Birchall απέδειξε ότι η FNA διαθέτει ειδικότητα  100% για τη διάγνωση πλακωδών καρκινωμάτων του τραχήλου. Επιπλέον η  FNA μπορεί να διαγνώσει εύκολα την τοπική υποτροπή πλακωδών καρκινωμάτων χωρίς τη σημαντική οικονομική επιβάρυνση και την θνησιμότητα που συνοδεύουν μια ανοιχτή βιοψία. Οι Gourin και  Johnson αναφέρουν ότι σε παρακέντηση 12 ασθενών με κυστικοποιημένες μεταστάσεις, το ποσοστό των ψευδώς αρνητικών διαγνώσεων ήταν 45%. Το μεγάλο πάχος του κυστικού τοιχώματος αποτελεί για το λόγο αυτό ένα σημαντικό λόγο ανησυχίας για τον κυτταρολόγο αλλά και για τον κλινικό γιατρό.    Μονήρεις θυρεοειδικοί όζοι απαντούν στο 3.2-6.5% του πληθυσμού σε περιοχές με επαρκή λήψη ιωδίου από την τροφή. Το ακριβές ποσοστό ποικίλλει ανάλογα με την ηλικία και τη διαγνωστική μέθοδο που ακολουθήθηκε. Το  3-5% των μονήρων θυρεοειδικών όζων αντιστοιχεί σε νεοπλάσματα. Περίπου το  10-26% όλων των ασθενών που πάσχουν από καρκίνο του θυρεοειδούς παρουσιάζονται με μονήρη θυρεοειδικό όζο. Το 1991, ο Klemi μελέτησε  186 περιστατικά από παρακεντήσεις θυρεοειδούς, με επιβεβαιωμένη ιστολογική διάγνωση.

Διαπίστωσε ότι η  FNA των θυρεοειδικών όζων διέθετε ειδικότητα 100%, ευαισθησία 55% και ακρίβεια 95%. Το  1985, ο Jayarman μελέτησε 308 περιστατικά από παρακεντήσεις θυρεοειδούς, με επιβεβαιωμένη ιστολογική διάγνωση. Η κυτταρολογική διάγνωση συμφωνούσε με την αντίστοιχη ιστολογική στο 95.8% των περιπτώσεων οζώδους υπερπλασίας, στο 70% των περιπτώσεων θυρεοειδίτιδας  Hashimoto, στο 100% των περιπτώσεων θυλακιώδους αδενώματος αλλά μόλις στο 22% των περιπτώσεων θυλακιώδους καρκινώματος. Το ποσοστό των ψευδώς αρνητικών απαντήσεων σε περιπτώσεις θυλακιώδους καρκινώματος ποικίλλει 2,4 και 5,3%. Η δυσχέρεια στην κυτταρολογική διάκριση μεταξύ θυλακιώδους αδενώματος και καρκινώματος οδήγησε στην υιοθέτηση του όρου «θυλακιώδες νεόπλασμα». Η κυτταρολογική διάγνωση παρουσίας θυλακιώδους αδενώματος αποτελεί για το λόγο αυτό ένδειξη θυρεοειδεκτομής.

Η χρήση της  FNA για μονήρεις όγκους των σιελογόνων αδένων έχει τύχει ευρείας αποδοχής.  Η θετική προγνωστική αξία της FNA  είναι 94% για καλοήθεις αλλοιώσεις και  100% για κακοήθεις βλάβες. Το 1991, οι Frable and Frable ανασκόπησαν 227 περιστατικά από παρακεντήσεις σιελογόνων αδένων, με επιβεβαιωμένη ιστολογική διάγνωση. Η FNA αποδείχθηκε ότι διέθετε  92% ευαισθησία στην αναγνώριση νεοπλασματικών αλλοιώσεων και ειδικότητα 99% στην αναγνώριση μη νεοπλασματικών αλλοιώσεων των σιελόγόνων αδένων. Η διαγνωστική επάρκεια ήταν 96.4%, με συνολική θετική προγνωστική αξία για τις περιπτώσεις κακοήθειας  98.3%. Το  2000, ο Costas  μελέτησε 112 παρακεντήσεις σιελογόνων αδένων. Τα αποτελέσματα της έρευνάς του ανέδειξαν ευαισθησία και ειδικότητα της τάξης του 84.8% και 93.7%, αντίστοιχα. Το 2004, ο Cohen ανέφερε τις παρατηρήσεις του από  FNA 169 όγκων των σιελογόνων.

Στο 89% των περιπτώσεων λήφθηκε επαρκής ποσότητα υλικό για κυτταρολογική διάγνωση.  Στα υλικά των οποίων η ιστολογική διάγνωση έδειξε ότι επρόκειτο για νεοπλασματικές εξεργασίες, η θετική και η αρνητική προγνωστική αξία ήταν 84% και 77%, αντίστοιχα.   Στις περισσότερες έρευνες παρατηρείται ένα μικρό αλλά σημαντικό  ποσοστό ψευδώς θετικών κυτταρολογικών απαντήσεων. Για το λόγο αυτό, σε περίπτωση αρνητικής κυτταρολογικής διάγνωσης και όταν υπάρχει η αντίστοιχη κλινική υπόνοια θα πρέπει να λαμβάνεται επιπλέον υλικό από την περιοχή με τη μέθοδο της ανοιχτής βιοψίας. Παρότι η FNA έχει ειδικότητα  98% σε μη νεοπλασματικές αλλοιώσεις και ευαισθησία  95% σε νεοπλασματικές εξεργασίες του τραχήλου, είναι πιθανή η λανθασμένη κυτταρολογική διάγνωση σε περίπτωση λεμφώματος ή λεμφαδενίτιδας. Το 1988, ο Carter ανασκόπησε  158 υλικά FNA από 143 ασθενείς. Δύο από τις  118 περιπτώσεις που διαγνώσθηκαν κυτταρολογικά ως λέμφωμα αντιστοιχούσαν τελικά σε λεμφαδενίτιδα, ενώ 3 από τις 13 περιπτώσεις που διαγνώσθηκαν κυτταρολογικά ως ύποπτες για λέμφωμα, αντιστοιχούσαν τελικά σε μη νεοπλασματικές αλλοιώσεις.  

Η κυτταρολογική και ιστολογική τυποποίηση των λεμφωμάτων συνέπεσε στο 85% των περιπτώσεων. Μερικές μελέτες υποστηρίζουν ότι το λέμφωμα Hodgkin μπορεί να διαγνωσθεί με ακρίβεια με κυτταρολογικά κριτήρια κατά την FNA. Η  αναζήτηση των κυττάρων  Reed Sternberg αποτελεί ένα σημαντικό διαγνωστικό εργαλείο, ωστόσο η παρουσία τέτοιας μορφολογίας κυττάρων και σε μη Hodgkin λεμφώματα καθιστά απαραίτητη την προσεκτική παρατήρηση των συνοδών κυτταρικών πληθυσμών. Η διάγνωση του μη Hodgkin λεμφώματος από την λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα και το αναπλαστικό καρκίνωμα του θυρεοειδούς απαιτεί σημαντική εμπειρία αλλά και ικανότητα από την πλευρά του κυτταρολόγου. Η χρήση της κυτταρομετρίας ροής και της ανοσοιστοχημείας μπορούν να βελτιώσουν την ακρίβεια των κυτταρολογικών διαγνώσεων και να μειώσουν την ανάγκη διενέργειας ιστολογικής εξέτασης της υπό έλεγχο τραχηλικής μάζας.

Η κυτταρομετρία ροής χρησιμοποιεί μονοχρωματικό πολωμένο φως για την ανίχνευση κυτταρικών αντιγόνων επιφανείας.  Τα αντισώματα των ανοσοιστοχημικών χρώσεων συνδέονται με κυτταρικά αντιγόνα επιφανείας των λεμφοκυττάρων, επιτρέποντας την διαφορική διάγνωση μεταξύ διαφόρων λεμφουπερπλαστικών εξεργασιών.  Το 200, οι Cannon και Richardson in 2000 ανασκόπησαν τη χρήση της κυτταρομετρίας ροής σε 11  περιπτώσεις FNA τραχηλικών διογκώσεων που είχαν διαγνωσθεί κυτταρολογικά ως λεμφώματα. Στις 10 από αυτές η κυτταρομετρία ροής ανέδειξε κλωνικές ανωμαλίες ενώ σε μία περίπτωση γνωμάτευσε υπέρ  ενός μεσεγχυματογενούς προέλευσης νεοπλάσματος.  Η χρήση της FNA σε περιπτώσεις φλεγμονωδών αλλοιώσεων έχει περιοριστεί.

Μία εργασία αναφέρει ότι το υλικό της FNA  μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καλλιέργεια και απομόνωση του παθογόνου μικροοργανισμού, ο οποίος μπορεί να ανήκει στις παρακάτω κατηγορίες: Mycobacterium,  Coccidioides, E. coli, Bacteroides fragilis, Bacteroides, χρυσίζων σταφυλόκοκκος, κρυπτόκοκκος, στρεπτόκοκκος, αιμόφιλος, ψευδομονάδα, κιτροβακτηρίδια, κυτταρομεγαλοιός και  ακτινομύκης. . Η φυματιώδης λεμφαδενίτιδα συχνά προσβάλλει την κεφαλή και τον τράχηλο. Τα κυταρολογικά ευρήματα περιλαμβάνουν άφθονο νεκρωτικό υλικό, αθροίσεις επιθηλιοειδών ιστιοκυττάρων και γιγαντοκύτταρων μακροφάγων. Η κυτταρολογική διάγνωση της φυματίωσης επιβεβαιώνεται σε δεύτερο χρόνο ιστολογικά, στο 80% των περιπτώσεων. Οι καλλιέργειες από το υλικό της παρακέντησης αναδεικνύονται θετικές για το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης στο 80% των περιπτώσεων. Ο συνδυασμός της FNA με δερματικές δοκιμασίες, αυξάνουν την ειδικότητα της εξέτασης στο 90%.  

Συμπέρασμα Η διαφορική διάγνωση μιας μονήρους τραχηλικής διόγκωσης περιλαμβάνει φλεγμονώδεις αλλοιώσεις, συγγενείς βλάβες, πρωτοπαθή  καθώς και μεταστατικά νεοπλάσματα. Η αξιολόγηση ενός ασθενή με μια τραχηλική διόγκωση πρέπει πάντα να περιλαμβάνει τη λήψη ακριβούς και λεπτομερούς ιστορικού. Η  παρακέντηση διά λεπτής βελόνης τραχηλικών διογκώσεων έχει καταστεί πλήρως αποδεκτή, λόγω του μικρού οικονομικού της κόστους, της ασφάλειας αλλά και της αποτελεσματικότητά της στη διαγνωστική προσέγγιση μονήρων τραχηλικών διογκώσεων. Η FNA εξυπηρετεί καλύτερα τους ασθενείς και τις οικογένειές τους και έχει λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες. Η επιτυχία της εξαρτάται από την εμπειρία του κυτταρολόγου, το βαθμό εκπαίδευσης του παραιατρικού προσωπικού, το είδος και τον αριθμό των  βοηθητικών εξετάσεων που μπορεί να τη συνοδεύουν καθώς επίσης και από τη φύση της υπό εξέταση τραχηλικής διόγκωσης. 

κλείστε ραντεβού τώρα !!!

 

Παρακέντηση δια λεπτής βελόνης όγκων κεφαλής και τραχήλου : μια κατατοπιστική επισκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας

Εξετάσεις Alpha Prolipsis

Απαντήσεις εντός 24 ωρών από την παραλαβή του δείγματος