Η μοριακή ανίχνευση σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (ΣΜΝ) είναι μια εξέταση που χρησιμοποιεί την τεχνική PCR για να ανιχνεύσει το DNA ή το RNA συγκεκριμένων παθογόνων, όπως χλαμύδια, γονόρροια, μυκόπλασμα και τριχομονάδες, σε δείγματα όπως κολπικό ή ουρηθρικό επίχρισμα, ούρα ή σπέρμα. Πρόκειται για την πιο ακριβή μέθοδο διάγνωσης, η οποία μπορεί να εντοπίσει και ασυμπτωματικές λοιμώξεις και δεν επηρεάζεται από τη λήψη αντιβίωσης πρόσφατα.
Πλεονεκτήματα της μοριακής ανίχνευσης
- Υψηλή ακρίβεια και ευαισθησία: Η μέθοδος PCR έχει μεγάλη ειδικότητα και ευαισθησία σε σύγκριση με τις παραδοσιακές καλλιέργειες.
- Ανίχνευση ασυμπτωματικών φορέων: Μπορεί να ανιχνεύσει λοιμώξεις ακόμη και σε άτομα που δεν εμφανίζουν συμπτώματα.
- Ανεπηρέαστη από αντιβιοτικά: Η λήψη αντιβιοτικής αγωγής πριν την εξέταση δεν επηρεάζει το αποτέλεσμα.
- Δυνατότητα ανίχνευσης συλλοιμώξεων: Μπορεί να ανιχνεύσει ταυτόχρονη λοίμωξη από περισσότερα από ένα παθογόνα.
Τι ανιχνεύει συνήθως
Ο μοριακός έλεγχος μπορεί να περιλαμβάνει την ανίχνευση πολλών παθογόνων, όπως:
- Chlamydia trachomatis
- Neisseria gonorrhoeae
- Mycoplasma genitalium και Mycoplasma hominis
- Ureaplasma urealyticum και Ureaplasma parvum
- Trichomonas vaginalis
- Άλλα, όπως ο HIV, η σύφιλη και οι ηπατίτιδες B και C, ανάλογα με το πακέτο εξετάσεων.
Τι είναι σημαντικό να γνωρίζετε
- Η έλλειψη συμπτωμάτων δεν σημαίνει απουσία λοίμωξης, καθώς πολλά ΣΜΝ είναι ασυμπτωματικά.
- Η έγκαιρη διάγνωση είναι απαραίτητη για την αποφυγή σοβαρών επιπλοκών, όπως η υπογονιμότητα.
- Είναι σημαντικό να εξεταστεί το ίδιο το άτομο, ακόμα κι αν δεν γνωρίζει αν έχει εκτεθεί σε ΣΜΝ, για τη διασφάλιση της δικής του υγείας και της υγείας των συντρόφων του.