Η μαγνητική μαστογραφία (ή μαγνητική τομογραφία μαστών, MRI) είναι μια εξειδικευμένη απεικονιστική εξέταση που χρησιμοποιεί μαγνητικά πεδία και ραδιοκύματα για να δημιουργήσει λεπτομερείς εικόνες των μαστών. Σε αντίθεση με την κλασική μαστογραφία, δεν χρησιμοποιεί ακτινοβολία και είναι χρήσιμη για γυναίκες με πυκνούς μαστούς, υψηλό κίνδυνο καρκίνου, ή για τη διερεύνηση ασαφών ευρημάτων από άλλες εξετάσεις.
Πώς λειτουργεί
- Μαγνητικό πεδίο και ραδιοκύματα: Η εξέταση χρησιμοποιεί ισχυρά μαγνητικά πεδία και ραδιοκύματα, αντί για ακτινοβολία, για να δημιουργήσει λεπτομερείς εικόνες.
- Σκιαγραφική ουσία: Συχνά γίνεται ενδοφλέβια χορήγηση ειδικής σκιαγραφικής ουσίας (γαδολίνιο) για να βελτιωθεί η αντίθεση στις εικόνες και να αναδειχθούν περιοχές με αυξημένη αιμάτωση.
Πότε ενδείκνυται
- Προληπτικός έλεγχος σε γυναίκες υψηλού κινδύνου: Για γυναίκες με ισχυρό οικογενειακό ιστορικό ή γονιδιακές μεταλλάξεις όπως οι BRCA1/BRCA2.
- Διερεύνηση ύποπτων ευρημάτων: Όταν η μαστογραφία ή ο υπέρηχος δεν παρέχουν σαφή αποτελέσματα.
- Προεγχειρητική εκτίμηση: Για τον προσδιορισμό του ακριβούς μεγέθους του όγκου και την ύπαρξη άλλων εστιών πριν από την επέμβαση.
- Εκτίμηση γυναικών με ενθέματα σιλικόνης: Είναι η μόνη μέθοδος που μπορεί να ελέγξει αξιόπιστα την ακεραιότητα των ενθεμάτων και να ανιχνεύσει πιθανή ρήξη.
- Παρακολούθηση μετά τη θεραπεία: Για την ανίχνευση πιθανών υποτροπών.
- Αποκάλυψη κρυφών εστιών: Σε περιπτώσεις που έχει διαπιστωθεί μετάσταση σε λεμφαδένες, αλλά δεν έχει βρεθεί η αρχική εστία στον μαστό.